Το Όνειρο του Σκιπίωνα
Το Όνειρο του Σκιπίωνα είναι στην πραγματικότητα ό,τι απέμεινε από το έκτο βιβλίο του έργου De Republica του Κικέρωνα, ενώ η υπόλοιπη πραγματεία έχει πλέον χαθεί. Ο Μακρόβιος, ένας φιλόσοφος του πέμπτου αιώνα το περιέλαβε σε ένα σχόλιο το οποίο διαβάστηκε πολύ κατά τον μεσαίωνα. Το Όνειρο, ανεξάρτητα από το σχόλιο εκδόθηκε πολλές φορές είτε μόνο του είτε σαν μέρος των ηθικών γραπτών του Κικέρωνα και άλλοτε σαν μέρος του De Republica.
Στον τελευταίο διάλογο του De Republica ο νεαρός Αφρικανός λέει: «Παρόλο που για τους σοφούς η επίγνωση των ευγενών πράξεων είναι επαρκής αμοιβή για την αρετή, όμως αυτή η θεία αρετή δεν επιθυμεί αγάλματα που χρειάζονται μόλυβδο για να τα συγκρατήσει στα βάθρα τους, ούτε θριάμβους που προσφέρονται από μαραμένες δάφνες, αλλά ανταμοιβές πιο σταθερής φύσης και πιο διαρκούς φρεσκάδας». «Και ποιες είναι αυτές;» ρωτάει ο Λαέλιους και τότε ο Σκιπίωνας απαντάει με την διήγηση του ονείρου του. Η εποχή του ονείρου ήταν ο τρίτος Πουνικός πόλεμος (149-146 π.Χ.), όταν ο Σκιπίων που δεν ήταν πλέον νεαρός, ξεκινούσε την σταδιοδρομία του που θα του χάριζε αιώνια φήμη, και συνεπώς δεν θα γνώριζε ούτε σκιά ούτε παρακμή.
Το Όνειρο
Όταν έφθασα στην Αφρική για να υπηρετήσω, όπως γνωρίζεις, στο αξίωμα του χιλίαρχου της τέταρτης λεγεώνας, κάτω από τον Μάνιο Μανίλιο, δεν επιθυμούσα τίποτε περισσότερο από το να συναντήσω τον βασιλιά Μασινίσσα,1 ο οποίος για διάφορους λόγους έχει πολύ φιλικές σχέσεις με την οικογένειά μου.
Όταν πήγα και τον βρήκα ο γέροντας με αγκάλιασε με δάκρυα στα μάτια και ύστερα σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και είπε: «Σε ευχαριστώ, ω κυβερνήτη Ήλιε, και όλα εσάς τα μικρότερα ουράνια φώτα, που πριν αποχωρήσω από αυτήν την ζωή αξιώθηκα να δω στο βασίλειό μου και κάτω από την στέγη μου αυτόν τον φτωχό Κορνήλιο Σκιπίωνα, που το ίδιο του το όνομα ανανεώνει την δύναμή μου, γιατί τόσο αξεχώριστη από την σκέψη μου είναι η ανάμνηση του καλύτερου και ανίκητου εκ των ανθρώπων ο οποίος πρώτος έφερε το όνομα!»
Ύστερα εγώ τον ρώτησα για το βασίλειό του και εκείνος με ρώτησε για την δημοκρατία μας και με τις πολλές συζητήσεις μας για τα διάφορα πράγματα πέρασε η ημέρα. Αργά το βράδυ, ύστερα από ένα συμπόσιο βασιλικής μεγαλοπρέπειας παρατείναμε την συζήτησή μας, ενώ ο γέροντας δεν μιλούσε παρά μόνο για τον Αφρικανό, διηγούμενος όχι μόνο όσα είχε κάνει αλλά και όσα είχε πει. Όταν χωρίσαμε για να αναπαυθούμε αργά τη νύχτα, ο ύπνος μου ήταν ιδιαίτερα βαθύς εξαιτίας τόσο της κούρασης όσο και του προχωρημένου της ώρας. Στον ύπνο μου, εξαιτίας υποθέτω της συζήτησής μας (γιατί συνήθως οι σκέψεις και τα λόγια μας στην διάρκεια της ημέρας έχουν στον ύπνο μας μια επίδραση παρόμοια με εκείνη που περιγράφει ο Έννιος στην δική του περίπτωση για τον Όμηρο, για τον οποίον λέει ότι στις ώρες της εγρήγορσης σκεφτόταν και μιλούσε συνεχώς), εμφανίστηκε σ’ εμένα ο Αφρικανός με μια όψη που μου θύμιζε περισσότερο την προτομή του παρά το αληθινό του πρόσωπο.
Ταράχτηκα όταν τον είδα, αλλά εκείνος μου είπε: «Μην χάνεις την ψυχραιμία σου, ω Σκιπίωνα, μην φοβάσαι και απομνημόνευσε καλά αυτά που θα σου πω. Βλέπεις εκείνη την πόλη που εγώ υπέταξα στον ρωμαϊκό έθνος, αλλά που τώρα ανανεώνει την παλιά της έχθρα και δεν μπορεί να μείνει ήσυχη;»
Και τότε μου έδειξε την πόλη της Καρχηδόνας από ένα μέρος ψηλά γεμάτο άστρα που έλαμπαν και άστραφταν. «Ενάντια σε αυτήν εσύ, όντας ένας απλός στρατιώτης έρχεσαι να πολεμήσεις; Σε δυο χρόνια από τώρα εσύ ως Ύπατος θα ανατρέψεις την πόλη και θα αποκτήσεις το δικό σου επάξιο επώνυμο το οποίο μέχρι τώρα το έχεις απλώς κληρονομήσει από εμένα. Όταν θα έχεις υποτάξει την Καρχηδόνα, θα εορτάσεις τον θρίαμβό σου πάνω της, θα γίνεις Κήνσορας και θα ταξιδέψεις ως πρεσβευτής στην Αίγυπτο, στην Συρία, στην Ασία και στην Ελλάδα, θα εκλεγείς για δεύτερη φορά Ύπατος εν απουσία σου και θα θέσεις ένα τέλος σε έναν από τους μεγαλύτερους πολέμους που βίωσε ποτέ η Νουμαντία. Αλλά όταν θα οδηγείσαι στο Καπιτώλιο μέσα στο άρμα του θριάμβου σου μετά από τον πόλεμο θα βρεις το κράτος ανάστατο από τις μηχανορραφίες του εγγονού μου.2
Σε αυτήν την επείγουσα κατάσταση, Αφρικανέ, θα πρέπει να δείξεις στην χώρα σου το φως της ενέργειας, της ευφυΐας και της σοφίας σου. Όμως την εποχή εκείνη βλέπω ένα διπλό πεπρωμένο. Γιατί όταν η ηλικία σου θα έχει ακολουθήσει τον ήλιο για οκτώ και επτά3 περιφορές, και όταν αυτοί οι δυο αριθμοί – που ο καθένας τους είναι τέλειος αν και για διαφορετικούς λόγους – θα έχει ολοκληρώσει για εσένα την πορεία της φύσης της καθορισμένης περιόδου, σε εσένα μόνο και στο δικό σου όνομα θα στραφεί η πόλη, σε εσένα τον συγκλητικό θα κοιτάζει, σε εσένα όλοι οι καλοί πολίτες και όλοι οι σύμμαχοι του Λατίνου. Εσύ θα είσαι ο μοναδικός άνθρωπος στον οποίον θα βασίζεται η σωτηρία της πόλης και για να μην πω περισσότερα, εσύ ως κυβερνήτης θα πρέπει να αποκαταστήσεις το κράτος, αν γλιτώσεις από τα ασεβή χέρια των συγγενών σου.
Εδώ, όταν ο Λαέλιος φώναξε και οι υπόλοιποι της συντροφιάς αναστέναξαν βαθιά, ο Σκιπίωνας χαμογελώντας τους είπε: «Σας παρακαλώ, μην με ξυπνήσετε από τον ύπνο μου και διακόψετε το όραμά μου. Ακούστε και το υπόλοιπο».
«Αλλά για να είσαι εσύ, Αφρικανέ, περισσότερο πρόθυμος για την προστασία του κράτους, μάθε ότι για όλους εκείνους που διατήρησαν, εξασφάλισαν και επαύξησαν την χώρα τους υπάρχει ένα ορισμένο και καθορισμένο μέρος στον ουρανό όπου απολαμβάνουν αιώνια ευτυχία. Γιατί η υπέρτατη θεότητα που κυβερνάει ολόκληρο το σύμπαν με τίποτε δεν ικανοποιείται περισσότερο από ό,τι με τις συντροφιές και τις ενώσεις των ανθρώπων που αποκαλούμε πόλεις. Οι κυβερνήτες και οι προστάτες τους εκεί πηγαίνουν και από εκεί επιστρέφουν».
Τότε εγώ παρόλο που είχα αναστατωθεί, όχι τόσο από τον φόβο του θανάτου αλλά από εκείνον της προδοσίας των συγγενών μου, ρώτησα αν ο Πάουλους, ο πατέρας μου, και οι άλλοι που υποτίθεται ότι ήταν νεκροί, ζούσαν ακόμα. «Ναι, όντως», απάντησε, «εκείνοι που ξέφυγαν από τα δεσμά του σώματος, όπως οι δρομείς από το τέρμα, ζουν. Ενώ αυτό που εσείς αποκαλείτε ζωή, είναι θάνατος. Αλλά δεν βλέπεις τον πατέρα σου τον Πάουλους να έρχεται κοντά σου;»
Μόλις τον είδα έχυσα άφθονα δάκρια, ενώ εκείνος με αγκάλιασε και με φίλησε λέγοντάς μου να μην κλαίω. Ύστερα μόλις κατάφερα να μιλήσω, ξεκίνησα λέγοντας «Ιερότατε και έξοχε πατέρα, αφού αυτή είναι ζωή, όπως μου λέει ο Αφρικανός, γιατί εγώ παραμένω στην γη και δεν σπεύδω αντιθέτως να έλθω κοντά σου;»
«Δεν είναι έτσι», μου είπε, «γιατί αν ο θεός που έχει για ναό του όλα όσα βλέπεις, δεν σε έχει ελευθερώσει από την φυλακή του σώματος, δεν υπάρχει για σένα είσοδος εδώ. Οι άνθρωποι πράγματι έρχονται σε ύπαρξη με αυτόν τον όρο, ότι θα φυλάνε την σφαίρα την οποία βλέπεις στο μέσον αυτού του ναού, και η οποία ονομάζεται γη. Και μια ψυχή τους έχει δοθεί από αυτά τα αιώνια πυρά τα οποία εσύ ονομάζεις αστερισμούς και άστρα, τα οποία σφαιρικά και στρογγυλά, εμψυχώνονται από θεόπεμπτες διάνοιες, ολοκληρώνουν τις πορείες τους και κινούνται στις τροχιές τους με εκπληκτική ταχύτητα. Γι’ αυτό εσύ, Πούμπλιε, και όλοι οι άνθρωποι που έχουν την σωστή στάση είστε προορισμένοι να διατηρήσετε την ψυχή στην φύλαξη του σώματος, όχι δίχως την εντολή εκείνου που την έδωσε σ’ εσάς για να αποχωρήσετε από την ζωή που ορίστηκε για τον άνθρωπο, ώστε να μην φανεί ότι αποφεύγετε το ανθρώπινο καθήκον που καθόρισε ο θεός. Αλλά όμως, Σκιπίωνα, όπως και ο παππούς σου, όπως και εγώ ο πατέρας σου, να αγαπάς την δικαιοσύνη και εκείνη την ιερή υπακοή στο καθήκον του είδους σου, γιατί ενώ έχει μεγάλη αξία η υπακοή προς τους γονείς και την οικογένεια, έχει υπέρτατη αξία η υπακοή προς την χώρα σου.
Μια τέτοια ζωή είναι ο δρόμος προς τον ουρανό και σε αυτήν την συνέλευση εκείνων που έχουν ήδη ζήσει και απελευθερώθηκαν από το σώμα και διαμένουν τώρα στο ανάκτορο που βλέπεις» – ήταν εκείνος ο κύκλος που λάμπει ανάμεσα στα άστρα με το πιο λαμπερό λευκό φως – το οποίο από τους Έλληνες έμαθες να ονομάζεις Γαλαξία».
Και καθώς κοίταξα προς όλες τις μεριές είδα άλλα πράγματα υπερβολικά ένδοξα και θαυμαστά. Υπήρχαν άστρα τα οποία δεν τα βλέπουμε ποτέ από εδώ κάτω, και όλα τα άστρα ήταν τεράστια πολύ περισσότερο από όσο μπορούμε να φανταστούμε. Το τελευταίο από αυτά ήταν εκείνο το οποίο, στην πιο μακρινή άκρη του ουρανού, πιο κοντά στην γη, έλαμπε με δανεικό φως. Αλλά οι αστρικές σφαίρες ξεπερνούσαν κατά πολύ την γη σε μέγεθος. Η ίδια η γη πράγματι έμοιαζε τόσο μικρή ώστε με έκανε να ντρέπομαι για την αυτοκρατορία μας, η οποία δεν ήταν παρά ένα μικρό σημείο στην επιφάνειά της.
Καθώς κοιτούσα με περισσότερη ένταση την Γη ο Αφρικανός είπε: «Για πόσο καιρό, επιτέλους, ο νους σου θα είναι κολλημένος στο έδαφος; Δεν βλέπεις στο μέσον ποιών ναών έχεις έλθει; Μπροστά σου είναι εννέα τροχιές, ή μάλλον σφαίρες, μέσω των οποίων συγκρατώνται όλα τα πράγματα. Η μια είναι ουράνια, η εξωτερική, περιβάλλοντας όλες τις υπόλοιπες – ο ίδιος ο Υπέρτατος Θεός, που κυβερνάει και συγκρατεί στην θέση τους τις άλλες σφαίρες.
Σε αυτήν είναι στερεωμένα εκείνα τα άστρα τα οποία διατρέχουν συνεχώς την αμετάβλητη πορεία τους. Από κάτω είναι επτά σφαίρες που έχουν ανάδρομη κίνηση, αντίθετη από εκείνη του ουρανού. Μια από αυτές είναι η επικράτεια του άστρου το οποίο πάνω στην γη το αποκαλούν Κρόνο. Ύστερα είναι ένα φωτεινό σώμα που φέρει το όνομα του Δία, του ευήμερου και ευοίωνου οιωνού για την ανθρώπινη φυλή. Ύστερα ένα άστρο πύρινα κόκκινο το οποίο εσείς αποκαλείτε Άρη και το οποίο οι άνθρωποι το θεωρούν με τρόμο. Από κάτω ο Ήλιος κατέχει σχεδόν την μεσαία θέση,4 οδηγός, πρίγκιπας και κυβερνήτης των άλλων φώτων, ο νους και ρυθμιστική δύναμη του σύμπαντος, τόσο τεράστια ώστε να φωτίζει και να πλημμυρίζει όλα τα πράγματα με το φως του. Αυτόν ως σύντροφοι η Αφροδίτη και ο Ερμής τον ακολουθούν στις διαφορετικές πορείες τους. Και σε μια σφαίρα ακόμη κατώτερη περιστρέφεται η Σελήνη φωτιζόμενοι από τις ακτίνες του Ηλίου.
Κάτω από αυτήν δεν υπάρχει τίποτε που δεν είναι θνητό και φθαρτό, εκτός μόνο από τις ψυχές που παραχωρήθηκαν στην ανθρώπινη φυλή από το δώρο των θεών. Πάνω από την Σελήνη όλα τα πράγματα είναι αιώνια. Η Γη, η οποία είναι η κεντρική και ένατη σφαίρα, δεν έχει κίνηση και είναι η κατώτερη5 από όλες και όλα τα βαριά σώματα ελκύονται αυτόματα προς αυτήν».
Μόλις συνήλθα από την κατάπληξή μου για αυτά τα πράγματα ρώτησα: «Τι είναι αυτός ο ήχος ο τόσο δυνατός και γλυκός που γεμίζει τα αυτιά μου;»
«Αυτή είναι η μελωδία η οποία ανά άνισα διαστήματα, αλλά ωστόσο διαφέροντας με ακριβείς αναλογίες, προκαλείται από την ώθηση και την κίνηση των ίδιων των σφαιρών, οι οποίες αμβλύνοντας τους υψηλούς με βαθύτερους τόνους παράγουν μια ποικιλία κανονικών αρμονιών. Δεν είναι δυνατόν τέτοιες τεράστιες κινήσεις να γίνουν μέσα σε σιωπή και μέσω της τάξης της φύσης οι υψηλές νότες ηχούν από το ένα άκρο του σύμπαντος, και οι βαθύτερες από το άλλο. Εκείνη εκεί πέρα η ουράνια σφαίρα που περιβάλλεται από άστρα, καθώς περιστρέφεται πιο γρήγορα, κινείται με μια διαπεραστική και γρήγορη ένταση. Αυτή εδώ η κατώτερη σφαίρα της Σελήνης εκπέμπει βαθύτερες νότες, ενώ η Γη, η μεσαία σφαίρα, παραμένει ακίνητη (δηλαδή δίχως ήχο), μένοντας πάντα σταθερή στην κατώτερη θέση, καταλαμβάνοντας το κέντρο του σύμπαντος. Αλλά αυτές οι οκτώ περιστροφές, από τις οποίες οι δυο – του Ερμή και της Αφροδίτης – είναι σε αρμονία, βγάζουν επτά ξεχωριστές νότες, με συγκεκριμένα διαστήματα μεταξύ τους και σχεδόν όλα τα πράγματα είναι διευθετημένα σε επτάδες.
Ικανοί άνθρωποι αντιγράφοντας αυτήν την αρμονία με χορδές και φωνή έχουν γίνει δεκτικοί σε αυτόν τον τρόπο, όπως και άλλοι οι οποίοι με έξοχο ευφυΐα έχουν καλλιεργήσει την θεία επιστήμη στην ανθρώπινη ζωή. Όμως τα αυτιά των ανθρώπων θα είχαν κουφαθεί αν γέμιζαν με αυτήν την μελωδία, ούτε είναι για τους θνητούς να έχουν μια πιο αμυδρή αίσθηση από εκείνη της ακοής. Όπως εκεί όπου ο Νείλος στους καταρράκτες του Καταντούπα χύνεται από τα πιο ψηλά βουνά, οι άνθρωποι που ζουν εκεί έχουν δυσκολία στην ακοή εξαιτίας του δυνατού ήχου του καταρράκτη, έτσι και αυτή η αρμονία ολόκληρου του σύμπαντος με την έντονα γρήγορη κίνησή του είναι τόσο δυνατή ώστε τα αυτιά των ανθρώπων δεν μπορούν να την συλλάβουν. Ακριβώς όπως δεν μπορείς να κοιτάξεις κατευθείαν τον ήλιο καθώς η οξύτητα της οπτικής ικανότητας του ματιού κατανικάται από τις ακτίνες του».
Αν και θαύμαζα όλα αυτά τα πράγματα, έριχνα συχνά πυκνά το βλέμμα μου στην Γη. Τότε ο Αφρικανός είπε: «Βλέπω ότι στρέφεις τα μάτια σου προς την διαμονή και την πατρίδα των ανθρώπων και αν σου φαίνεται μικρή, όπως και πράγματι είναι, τότε κοίταζε πάντα αυτά τα ουράνια πράγματα και να περιφρονείς τα γήινα. Γιατί ποια φήμη μπορείς να αποκτήσεις από την ομιλία των ανθρώπων ή ποια φήμη αξίζει να επιδιώξεις; Βλέπεις ότι τα κατοικημένα μέρη της Γης είναι σκόρπια και μικρής έκτασης ώστε ανάμεσα στα σημεία – θα λέγαμε – όπου κατοικούν άνθρωποι υπάρχουν τεράστιες έρημες εκτάσεις και εκείνοι που ζουν πάνω στην Γη όχι μόνο είναι χωρισμένοι ώστε καμιά επικοινωνία δεν μπορεί να περάσει από το ένα μέρος στο άλλο, αλλά διαφέρουν από εσένα όσο η οξεία από την ορθή γωνία, ή βρίσκονται ακόμα και σε αντίθεση με εσένα και από αυτά ασφαλώς δεν μπορείς να περιμένεις καμιά φήμη.
Βλέπεις επίσης ότι αυτή η ίδια η Γη είναι χωρισμένη σε τμήματα και περιβάλλεται από ζώνες, δυο από τις οποίες – οι πιο απομακρυσμένες μεταξύ τους που η καθεμιά αναπαύεται στο ένα άκρο του ίδιου του πόλου του ουρανού – τις βλέπεις να είναι τυλιγμένες ολότελα από πάγο, ενώ η μεσαία και πιο μεγάλη από αυτές καίγεται κάτω από την έντονη θερμότητα του Ηλίου. Δυο από αυτές είναι κατοικήσιμες, και από αυτές η νότια τις οποίας οι κάτοικοι είναι οι αντίποδές σου, δεν έχουν καμιά σχέση με τον λαό σου, και βλέπεις πόσο μικρό μέρος καταλαμβάνει σε αυτήν την άλλη βόρεια ζώνη, στην οποία εσύ κατοικείς. Γιατί ολόκληρη η Γη, για την οποία ενδιαφέρεσαι – στενή στον βορρά και στον νότο και πιο φαρδιά στο κέντρο – είναι απλώς ένα μικρό νησί τριγυρισμένο από θάλασσα την οποία εσείς στην Γη αποκαλείται Ατλαντικό, Μεγάλη Θάλασσα, Ωκεανό, ενώ παρόλο αυτό το όνομα βλέπεις πόσο μικρή είναι. Για να μιλήσουμε μονάχα για εκείνες τις καλλιεργημένες και γνωστές περιοχές θα μπορούσε ποτέ το όνομά σου να διασχίσει τον Καύκασο τον οποίον τώρα βλέπεις, ή να κολυμπήσει πέρα από εκείνον τον Γάγγη; Ποιος σε εκείνες τις άλλες χώρες που βρίσκονται στα άκρα της ανατολής ή της δύσης, ή κάτω από τον βόρειο ή τον νότιο ουρανό, θα ακούσει ποτέ το όνομά σου; Αν αποκοπούν όλα αυτά, βλέπεις μέσα σε πόσο στενά όρια επιδιώκει να εξαπλωθεί η φήμη σου. Αλλά και αυτά τα ίδια τα άτομα που μιλούν για την φήμη σου, πόσον καιρό θα μιλούν γι’ αυτήν;
Αλλά ακόμα και αν διαδοχικές γενιές επιθυμούν να μεταβιβάσουν τους επαίνους όλων μας από τον πατέρα στον γιο σε αδιάσπαστη διαδοχή, ωστόσο εξαιτίας καταστροφών από πλημμύρες και πυρκαγιές, οι οποίες εξ ανάγκης θα λάβουν χώρα σε προκαθορισμένο χρόνο, θα αποτύχουμε να αποκτήσουμε ότι μόνο αιώνια φήμη, αλλά ούτε καν φήμη μιας κάποιας μεγάλης διάρκειας. Και άλλωστε τι σε ενδιαφέρει αν εκείνοι που θα γεννηθούν αργότερα μιλούν για σένα, αφού ούτε μιλούσε κανένας για σένα από εκείνους που γεννήθηκαν πριν και οι οποίοι δεν ήταν λιγότεροι και ασφαλώς ήταν καλύτεροι άνθρωποι – ειδικά όταν ανάμεσα σε εκείνους που μπορεί να ακούσουν το όνομά μας δεν υπάρχει κανένας που να διατηρεί τις αναμνήσεις ούτε ενός έτους. Οι άνθρωποι, πράγματι, συνήθως μετρούν το έτος μόνο με την επιστροφή του Ηλίου, δηλαδή ενός άστρου, στην θέση του. Αλλά όταν όλα τα άστρα, ύστερα από μεγάλα διαλείμματα θα ξαναπάρουν την αρχική θέση τους στον ουρανό, τότε εκείνη η πλήρης περιστροφή μπορεί αληθινά να αποκαλείται Έτος.
Όπως παλαιά ο ήλιος έμοιαζε να παθαίνει έκλειψη και να σκιάζεται όταν η ψυχή του Ρωμύλου εισήλθε σε αυτούς τους ναούς, έτσι και όταν ο Ήλιος θα πάθει ξανά έκλειψη στο ίδιο σημείο της πορείας του και την ίδια περίοδο και ημέρα του έτους, με όλους τους αστερισμούς και τα άστρα να ξαναβρεθούν στο σημείο από όπου ξεκίνησαν τις περιστροφές τους, τότε μπορείς να θεωρήσεις ότι το Έτος έφθασε σε ένα τέλος.6 Αλλά να είσαι σίγουρος ότι το εικοστό μέρος αυτούς του έτους δεν έχει περάσει ακόμα.
Γι’ αυτό, πρέπει να απαρνηθείς την ελπίδα να επιστρέψεις σε αυτό το μέρος στο οποίο βρίσκονται όλα τα πράγματα τα οποία μπορεί να επιθυμούν οι έξοχοι και σπουδαίοι άνδρες, γιατί τι αξία έχει εκείνη η ανθρώπινη δόξα η οποία μπορεί να απλωθεί σε ένα μόνο ελάχιστο μέρος ενός μόνο Έτους; Αν λοιπόν αποφασίσεις να κοιτάξεις ψηλά και να κοιτάζεις συνεχώς αυτήν την διαμονή και τον αιώνιο οίκο, τότε δεν θα παρασύρεσαι ούτε από την κολακεία των ανθρώπων ούτε θα ελπίζεις για ευημερία από τις ανταμοιβές που μπορούν να προσφέρουν οι άνθρωποι. Άσε την ίδια την Αρετή με την δική της γοητεία να σε οδηγήσει στην αληθινή τιμή. Εκείνα που μπορούν να πουν οι άλλοι για σένα, να τα θεωρείς δική τους δουλειά, όχι δική σου. Αναμφίβολα θα μιλούν για σένα, αλλά όλα όσα θα λένε περιορίζονται μέσα στα στενά όρια των περιοχών τις οποίες τώρα βλέπεις, ούτε και μπορεί μια τέτοια ομιλία να διαρκέσει ως την αιωνιότητα, γιατί θάβεται μαζί με εκείνους που πεθαίνουν και χάνεται στην λήθη για εκείνους που έρχονται στην συνέχεια».
Όταν άκουσα τα λόγια του αυτά, εγώ είπα: «Ω Αφρικανέ, αν πράγματι για εκείνους που υπηρέτησαν καλά την χώρα τους υπάρχει ένας ανοιχτός δρόμος μέσω του οποίου μπορούν να εισέλθουν στον ουρανό, παρόλο που από την παιδική μου ηλικία ακολουθώ τα βήματα του πατέρα μου και τα δικά σου, δεν έχω αμαυρώσει την φήμη σου και από τώρα και στο εξής θα αγωνίζομαι για αυτό με ακόμα μεγαλύτερη προσοχή».
Εκείνος απάντησε: «Αγωνίσου, και να έχεις κατά νου το εξής, δεν είσαι εσύ που είσαι θνητός, αλλά μόνο το σώμα σου. Ούτε είσαι εσύ εκείνος τον οποίον εκδηλώνει αυτή η εξωτερική μορφή, αλλά ο Νους είναι ο εαυτός του κάθε ανθρώπου, όχι η σωματική μορφή την οποία μπορεί κανείς να δείξει με το δάχτυλο. Μάθε επίσης ότι είσαι θεός που ζει, αντιλαμβάνεται, θυμάται, προβλέπει, κυβερνάει και συγκρατεί και κινεί το σώμα πάνω στο οποίο διορίστηκε κυβερνήτης από τον Υπέρτατο Θεό ο οποίος εξουσιάζει ολόκληρο το σύμπαν. Και αληθινά όπως ο ίδιος ο αιώνιος Θεός κινεί το σύμπαν που είναι θνητό σε όλα τα μέρη, έτσι και η αιώνια ψυχή κινεί το φθαρτό σώμα.
Πράγματι, εκείνο που βρίσκεται σε ασταμάτητη κίνηση είναι αιώνιο, αλλά εκείνο που ενώ μεταβιβάζει κίνηση σε κάποια άλλη ουσία, αντλεί την δική του κίνηση από κάποια άλλη πηγή, αυτό πρέπει εξ ανάγκης να πάψει να ζει όταν πάψει να κινείται. Τότε μόνο εκείνο που είναι η αιτία της δικής του κίνησης, επειδή δεν εγκατέλειψε ποτέ τον εαυτό του, δεν σταματάει ποτέ την κίνησή του. Αλλά για τις άλλες ουσίες που κινούνται αυτή είναι η πηγή, η πρώτη αιτία της κίνησης. Αλλά η πρώτη αιτία δεν έχει πηγή, γιατί όλα τα πράγματα ξεπήδησαν από την πρώτη αιτία, ενώ η ίδια δεν ξεπήδησε από τίποτε. Πράγματι, δεν μπορεί να είναι πρώτη αιτία εκείνο που αντλεί την αρχή του από κάτι άλλο, και αν δεν έχει αρχή, ποτέ δεν σταματάει να υπάρχει. Γιατί η πρώτη αιτία, αν εξαλειφθεί, δεν θα γεννηθεί ποτέ ξανά από τίποτε άλλο, ούτε θα δημιουργήσει τίποτε άλλο από τον εαυτό της, αν όντως όλα τα πράγματα πρέπει εξ ανάγκης να προέρχονται από την πρώτη αιτία. Έτσι η πρώτη αιτία της κίνησης προέρχεται από εκείνο που είναι από την φύση του αυτοκινούμενο, αλλά αυτό δεν μπορεί ούτε να γεννηθεί ούτε να πεθάνει. Αν πέθαινε, ολόκληρος ο ουρανός αναγκαστικώς θα κατέρρεε και όλη η φύση θα έμενε ακίνητη, ούτε θα μπορούσε να βρει κάποια δύναμη η οποία θα την έθετε ξανά σε κίνηση από μια πρωταρχική ώθηση.
Συνεπώς εκείνο που είναι η πηγή της δικής του κίνηση είναι αιώνια εκδηλωμένο· ποιος υπάρχει που να μπορεί να αρνηθεί ότι αυτή η φύση δόθηκε στην ψυχή; Γιατί οτιδήποτε κινείται από εξωτερική ώθηση είναι άψυχο, ενώ οτιδήποτε έχει ψυχή διεγείρεται σε δράση από μια εσωτερική δική του κίνηση, γιατί αυτή είναι η ιδιαίτερη φύση και δύναμη της ψυχής. Επίσης, αν μόνο αυτό από όλα τα πράγματα είναι η πηγή της δικής του κίνησης, ασφαλώς αυτό δεν άρχισε να υπάρχει και είναι αιώνιο. Αυτήν την ψυχή σε παρακινώ να ασκείς με άριστες επιδιώξεις και με την καλύτερη φροντίδα για την ασφάλεια της χώρας, με την οποία αν η ψυχή σου διατηρείται σε συνεχή δράση και άσκηση, θα έχει την πιο γρήγορη πτήση σε αυτήν την διαμονή και κατοικία. Αυτόν τον στόχο θα τον πετύχει πιο εύκολα αν, ενώ είναι κλεισμένη στο σώμα, κοιτάζει μπροστά και στοχάζεται εκείνα τα πράγματα που είναι πέραν, αποσπασμένη όσο γίνεται από το σώμα. Γιατί οι ψυχές εκείνων που περιβάλλονται από τις ηδονές του σώματος, που έχουν υποκύψει στην υπηρεσία τους και υπακούουν στην παρόρμηση των αισθησιακών απολαύσεων, παραβαίνοντας τους νόμους των θεών και των ανθρώπων, όταν βγαίνουν από το σώμα τους περιπλανώνται πέρα δώθε γύρω από την γη και δεν επιστρέφουν σε αυτό το μέρος παρά μόνο όταν έχουν τιμωρηθεί για πολλούς αιώνες».
Με τα λόγια αυτά εκείνος αποχώρησε και εγώ ξύπνησα από τον ύπνο.
Σημειώσεις
1. Βασιλιάς της Νουμιδίας, μιας χώρας που είχε σχεδόν παρόμοια έκταση με εκείνη της τωρινής Αλγερίας. Το όνομά της προέρχεται από την ελληνική λέξη «νομάς», δηλαδή οι κάτοικοί της ήταν νομάδες, ημιάγριες φυλές, λευκές και μαύρες. Ο Μανίσσα, παρόλο που ήταν πιστός στους Ρωμαίους αφού είχε πειστεί ότι το δικό τους πρέπει να ήταν το ανερχόμενο άστρο, ήταν ένας πονηρός και πανούργος πρίγκιπας προφανώς αρκετά πολιτισμένος ώστε να υιοθετήσει μερικές από τις συνήθειές τους αλλά χωρίς να χάσει και εκείνες της φυλής του.
2. Τιβέριος Γράκχος, του οποίου η μητέρα, η Κορνηλία, ήταν κόρη του Αφρικανού του πρεσβύτερου.
3. Ο Πυθαγόρας θεωρούσε το επτά σαν τον αριθμό που αντιπροσωπεύει το φως και το οκτώ σαν τον αριθμό της αγάπης. Το επτά ήταν επίσης τέλειος αριθμός, επειδή αντιστοιχεί στον αριθμό των ουράνιων σφαιρών (περιλαμβανομένου του Ηλίου, της Σελήνης, και των πέντε γνωστών πλανητών), στον αριθμό των ημερών στο τέταρτο της περιφοράς της Σελήνης και στον αριθμό των πυλών των αισθήσεων (κατά κάποιον τρόπο), στόμα, μάτια, αυτιά και ρουθούνια. Το οκτώ είναι ένας τέλειος αριθμός όντας πρώτος μετά την μονάδα στον κατάλογο των κύβων και ο Πλάτωνας στον Τίμαιο μιλάει για οκτώ ουράνιες περιστροφές – περιλαμβανομένης εκείνης της Γης – ως άνισες σε διάρκεια και ταχύτητα, αλλά που σχηματίζουν κατά έναν ανεξήγητο τρόπο έναν κύκλο σύγχρονο με το έτος.
4. Μεσαία, ως η πέμπτη από τις εννέα σφαίρες, περιβαλλόμενος από τέσσερις και περιβάλλοντας τέσσερις.
5. Η κατώτερη επειδή είναι κεντρική και συνεπώς πιο μακριά από την εξωτερική ή ουράνια σφαίρα.
6. Οι Στωϊκοί ισχυρίζονταν ότι το ορατό σύμπαν θα διαρκέσει έναν τέτοιον κύκλο σαν αυτόν που περιγράφεται, ο οποίος στην αστρονομία τους θεωρείτο ότι διαρκούσε πολλές χιλιάδες χρόνια και ύστερα καταστρέφεται από πυρ, ή με κάποιον άλλον τρόπο μετατρέπεται σε χάος, και ένα νέο σύμπαν παίρνει την θέση του.