Ασκήσεις του εγκεφάλου με διαλογισμό

 Ασκήσεις του εγκεφάλου με διαλογισμό

 

Είμαστε συνηθισμένοι να ακούμε ότι ο διαλογισμός είναι καλός για τον εγκέφαλο, αλλά τώρα φαίνεται ότι αυτό δεν ισχύει για οποιοδήποτε είδος διαλογισμού. Ακριβώς όπως η σωματική άσκηση, το είδος της βελτίωσης που πετυχαίνετε εξαρτάται από το πώς ασκείστε – και οι περισσότεροι από εμάς ασκούμαστε λάθος.

Το ότι ο εγκέφαλος αλλάζει με φυσικό τρόπο όταν μαθαίνουμε μια νέα ικανότητα, όπως να κάνουμε ταχυδακτυλουργίες ή να παίζουμε ένα μουσικό όργανο, είναι γνωστό πάνω από μια δεκαετία. Προηγούμενες μελέτες υπέθεταν ότι ο διαλογισμός κάνει κάτι παρόμοιο για εκείνα τα μέρη του εγκεφάλου που σχετίζονται με την εστιασμένη προσοχή.

Δύο νέες μελέτες υποδηλώνουν ότι ορισμένα είδη διαλογισμού μπορούν επίσης να αλλάξουν κοινωνικά και συναισθηματικά κυκλώματα. Μια τεχνική βασίστηκε στον διαλογισμό της εστίασης του νου (mindfulness). Καθοδήγησαν τους ανθρώπους να κατευθύνουν την προσοχή στην αναπνοή ή στο σώμα. Ένας δεύτερος τύπος διαλογισμού επικεντρωνόταν στην συμπόνια και στην συναισθηματική σύνδεση μέσω διαλογισμού πάνω στην στοργική καλοσύνη και στην αποφυγή της κριτικής σε συνεργάτες στην διάρκεια των συνεδριών όπου μοιράζονταν τας προβλήματά τους. Τέλος μια άλλη μέθοδος διαλογισμού ενθάρρυνε τους ανθρώπους να σκέφτονται διάφορα θέματα από πολλές και διαφορετικές απόψεις, επίσης μέσω συνδυασμού ομαδικών συνεδριών και ατομικού διαλογισμού.

Σε μία μελέτη, οι μαγνητικές τομογραφίες που γίνονταν μετά από κάθε τρίμηνο έδειξαν ότι τμήματα του φλοιού που σχετίζονταν με την συγκεκριμένη ικανότητα που ασκείτο έγιναν παχύτερα σε σύγκριση με τις τομογραφίες από την ομάδα ελέγχου.

Ο διαλογισμός της προσοχής και της εστίασης του νου αύξησε το πάχος του προμετωπιαίου φλοιού και των βρεγματικών λοβών, που και οι δύο συνδέονται με τον έλεγχο της προσοχής, ενώ ο διαλογισμός με βάση την συμπόνια έδειξε αυξήσεις στο μεταιχμιακό σύστημα, το οποίο επεξεργάζεται τα συναισθήματα, και στην πρόσθια νησίδα, που συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση των συναισθημάτων. Η άσκηση για υιοθέτηση διαφορετικών οπτικών ενίσχυσε τις περιοχές που σχετίζονται με την λειτουργία του νου.

Όλες οι αλλαγές στον εγκέφαλο συνδυάστηκαν με βελτιώσεις στα τεστ σχετικών δεξιοτήτων.

 

Ακριβώς όπως κάθε άσκηση

Η Tania Singer, κοινωνική νευροεπιστήμονας και επικεφαλής ερευνήτρια στην μελέτη, λέει ότι τα μαθήματα διαλογισμού πρέπει να σχεδιάζονται καλύτερα για συγκεκριμένα αποτελέσματα, ακριβώς όπως τα προγράμματα άσκησης θα μπορούσαν να στοχεύσουν σε ορισμένες σωματικές αδυναμίες. "Είναι", λέει, "σαν να ρωτάς έναν επαγγελματία στον τομέα του αθλητισμού τι κάνει η άθληση στο σώμα σου". Ο έμπειρος θα ρωτούσε: «Εννοείτε το κολύμπι ή την ιππασία;» Μπορείτε να φανταστείτε ότι η ψυχική κατάρτιση είναι εξίσου περίπλοκη.

Ο Roi Cohen Kadosh, ένας γνωστικός νευροεπιστήμονας (cognitive neuroscientist) στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, πιστεύει ότι τα ευρήματα είναι δυνητικώς σημαντικά. "Πρέπει ακόμα να δούμε πώς επηρεάζει την καθημερινή ζωή. Αλλά αν υπάρχουν αλλαγές στην πραγματική ζωή, αυτό θα μπορούσε να είναι αρκετά σημαντικό", λέει. Επισημαίνει επίσης ότι όλοι οι εθελοντές πραγματοποίησαν για πρώτη φορά διαλογισμό για εστίαση του νου, οπότε είναι ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσον οποιαδήποτε αλλαγή εξαρτάται από την αρχική άσκηση προσοχής. "Αλλά είναι μια πρόοδος", προσθέτει.

Μια δεύτερη μελέτη εξέτασε τον αντίκτυπο του διαλογισμού στα επίπεδα στρες στους ίδιους εθελοντές. Πολλές μελέτες έχουν αναφέρει ότι ο διαλογισμός κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται πιο ήρεμοι, αλλά οι επιδράσεις στα επίπεδα της κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες, είναι ανάμικτες. Το πρόβλημα θα μπορούσε να είναι ότι ο διαλογισμός τείνει να είναι μια ατομική δραστηριότητα.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο διαλογισμός για την εστίαση του νου μόνο, έκανε τους εθελοντές να αισθάνονται πιο ήρεμοι όταν τους ζητήθηκε να παρουσιάσουν ένα σύντομο θέμα, αλλά τα επίπεδα κορτιζόλης τους δεν ήταν διαφορετικά από εκείνα της ομάδας ελέγχου.

Αφού έλαβαν μέρος σε διαπροσωπικές συνεδρίες με έναν σύντροφο, εκτός από τον διαλογισμό ή τον διαλογισμό με βάση την αλλαγή της οπτικής, οι εθελοντές εμφάνισαν μια πτώση των επιπέδων κορτιζόλης έως και 51% σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.

Η Singer λέει ότι αυτό είναι σημαντικό, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του άγχους που βιώνουμε στην σύγχρονη ζωή είναι το κοινωνικό άγχος: ο φόβος μήπως κριθούμε αυστηρά ή μήπως δεν ανταποκριθούμε στις προσδοκίες. Αυτό το είδος άγχους συνδέεται με τα προβλήματα ψυχικής υγείας και τις ασθένειες και τα νέα ευρήματα υποδηλώνουν ότι μόνο ο διαλογισμός για την προσοχή και την εστίαση του νου δεν μπορεί να μας σώσει από αυτό.

Όταν αυτό πετυχαίνει, λέει η Singer, ίσως να οφείλεται στην κοινωνική πλευρά της παρακολούθησης μιας ομάδας διαλογισμού και όχι στην ίδια την άσκηση. "Δεν ευθύνεται μόνο η ηρεμία", καταλήγει.

 [Πηγή: New Scientist]